Σελίδες

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Εκμυστήρευση

Το ίδιο απρόσμενα ήρθεν η ζωή,
όπως άλλοτε κάποτε είχε φύγει.
Κι ήρθε στον ίδιο δρόμο τον παλιό,
την ίδια του καλοκαιριού ώρα και μέρα.

Ίδιο είναι το πλήθος κι οι φροντίδες,
ίδια η ζέστη της δύσης πυρκαγιά,
όπως την κάρφωσε στον τοίχο του Μανέζ
η εσπέρα εκείνη του θανάτου.

Τα ίδια φορώντας καθημερινά τους,
λιώνουν τη νύχτα τα παπούτσια τους
οι γυναίκες, ωσότου τα χαράματα
στις σοφίτες τους ξανασταυρωθούνε.

Με κουρασμένο βήμα, μια απ'αυτές,
προβάλλει στου σπιτιού της το κατώφλι,
κι απ'την οκέλλα της αργά ανεβαίνοντας
περνάει λοξοδρομώντας στην αυλή.

Προετοιμάζω πάλι τα προσχήματα
και πάλι, για όλα πάλι, αδιαφορώ.
Έφτασε ως τη γωνία η γειτόνισσα
και μας αφήνει πάλι μοναχούς μας.

Μην κλαις, και μη τα χείλη σου,
τα χείλια τα πρησμένα σου σουφρώνεις...
Του πυρετού μας τα μπουμπούκια μη,
της άνοιξης τον πυρετό ερεθίζεις.

Πάρε το χέρι σου απ'το στήθος μου.
Σαν φορτισμένοι είμαστε αγωγοί.
Μπορεί, χωρίς να θέλουμε, το ρεύμα
να μας τινάξει στην ίδια αγκαλιά.

Θα'ρθει ο καιρός όπου θα παντερυτείς`
τις περιπέτειες θα τις λησμονήσεις.
Να ξετρελαίνεις, είναι ηρωισμός.
Να'σαι γυναίκα, είναι κάτι μεγάλο.

Μπροστά στο θαύμα των γυναικείων σου
χεριών, της πλάτης, του λαιμού,
γίνομαι πάντα δούλος, γίνομαι
της λατρευτής μου δέσμιος δούλος.

Στον κρίκο της τον θλιβερόν ωστόσο
κι αν με κρατάει αιχμάλωτον η νύχτα,
πιο δυνατό για μένα είναι να φεύγεις,
πιότερην έλξη έχει ο χωρισμός.

Борис Леонидович Пастернак (Εκμυστήρευση)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.