Σελίδες

Κυριακή 19 Αυγούστου 2018

Ο Γυρισμός του Ξενιτεμένου

- Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ρθες
μ εκόνες πο χεις ναθρέψει
κάτω π ξένους ορανος
μακρι π᾿ τν τόπο τ δικό σου.

- Γυρεύω τν παλιό μου κπο·
τ δέντρα μο ρχουνται ς τ μέση
κι ο λόφοι μοιάζουν μ πεζούλια
κι μως σν μουνα παιδ
παιζα πάνω στ χορτάρι
κάτω π τος μεγάλους σκιους
κι τρεχα πάνω σ πλαγις
ρα πολλ λαχανιασμένος.

- Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγ-σιγ θ συνηθίσεις·
θ᾿ νηφορίσουμε μαζ
στ γνώριμά σου μονοπάτια
θ ξαποστάσουμε μαζ
κάτω π᾿τ θόλο τν πλατάνων
σιγ-σιγ θ ρθον κοντά σου
τ περιβόλι κι ο πλαγιές σου.

- Γυρεύω τ παλιό μου σπίτι
μ τ᾿ψηλ τ παραθύρια
σκοτεινιασμένα π᾿τν κισσ
γυρεύω τν ρχαία κολόνα
πο κοίταζε θαλασσινός.
Πς θς ν μπ σ᾿ ατ τ στάνη;
ο στέγες μου ρχουνται ς τος μους
κι σο μακρι κα ν κοιτάξω
βλέπω γονατιστος νθρώπους
λς κάνουνε τν προσευχή τους.

- Παλιέ μου φίλε δ μ᾿κος;
σιγ-σιγ θ συνηθίσεις
τ σπίτι σου εναι ατ πο βλέπεις
κι ατ τν πόρτα θ χτυπήσουν
σ λίγο ο φίλοι κι ο δικοί σου
γλυκ ν σ καλωσορίσουν.

- Γιατί εναι πόμακρη φωνή σου;
σήκωσε λίγο τ κεφάλι
ν καταλάβω τί μο λς
σο μιλς τ᾿νάστημά σου
λοένα πάει κα λιγοστεύει
λς κα βυθίζεσαι στ χμα.

- Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγ-σιγ θ συνηθίσεις
νοσταλγία σου χει πλάσει
μι χώρα νύπαρχτη μ νόμους
ξω π᾿τ γς κι π᾿τος νθρώπους.

- Πι δν κούω τσιμουδι
βούλιαξε κι στερνός μου φίλος
παράξενο πς χαμηλώνουν
λα τριγύρω κάθε τόσο
δ διαβαίνουν κα θερίζουν
χιλιάδες ρματα δρεπανηφόρα.

Γιώργος Σεφέρης (Ο Γυρισμός του Ξενιτεμένου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.