Σελίδες

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

...απο τον Προφήτη


Καὶ μία γυναῖκα ζήτησε. 
Γιὰ τὸν πόνο μίλησέ μας.

Κι ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε.
Ὁ πόνος σᾶς σπάζει τὸ κέλυφος ποὺ περιβάλλει τὴν κατανόηση σάς. Ὅπως πρέπει νὰ σπάσει τὸ κουκούτσι τοῦ καρποῦ, 
ὥστε νὰ δεῖ ὁ πυρήνας του τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, 
ἔτσι ὀφείλετε νὰ μάθετε τὸν πόνο. 
Κι ἂν τὸ μπορούσατε στὴν καρδιὰ σὰς 
τὸ θαυμασμὸ γιὰ τῆς ζωῆς σὰς τὰ καθημερινὰ τὰ θαύματα νὰ κρατούσατε, 
δὲ θὰ φαινόταν λιγότερος θαυμαστὸς ἀπ᾿ τὴ χαρὰ ὁ πόνος; 
Καὶ δὲ θὰ δεχόσαστε τοὺς ρυθμοὺς τῆς ἀλλαγῆς μὲς στὴν καρδιά σας, ἔτσι ὅπως δεχόσαστε τὶς ἀλλαγὲς τοῦ χρόνου στὰ χωράφια σας. 
Καὶ θὰ παρατηρούσατε τὴ γαλήνη μέσα ἀπ᾿ τοὺς χειμῶνες τῆς θλίψης σας.

Μεγάλο μέρος ἀπ᾿ τὸν πόνο σας εἶναι δική σας ἐκλογή.
Εἶναι ἕνα φάρμακο πικρὸ ποὺ ὁ μέσα σας γιατρὸς δίνει, 
τὸν ἄρρωστο ἑαυτὸ νὰ θεραπεύσει. 
Ἐμπιστευτεῖτε τὸ θεραπευτή, 
τὸ φάρμακο τοῦ πιεῖτε σιωπηλὰ καὶ ἤρεμα. 
Γιατί τὸ χέρι του, σκληρὸ κι ἀβάσταχτο ἂν εἶναι, 
ἔχει ὁδηγὸ τὸ τρυφερὸ χέρι τοῦ Ἀόρατου. 
Κι ἡ κούπα ποὺ προσφέρει, παρόλο ποὺ τὰ χείλη καίει, 
φτιαγμένη εἶναι ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν πηλὸ
ποὺ ὁ Ἀγγειοπλάστης ὕγρανε μὲ τὰ δικά Του ἱερὰ δάκρυα.
Kahlil Gibran (απο τον Προφήτη)

Περιστέρι της ψυχής


Ἔφυγε ἡ ζωή μας ἢ ἔφυγαν πουλιὰ ἀπ᾿ τὴν παλάμη τοῦ Θεοῦ;

Τράβηξαν τουφεκιὲς νὰ τὰ σκοτώσουν


Ἡ ζωή μας ἔγινε ὡραιότερη
Τόσο ποὺ μοιάζει μὲ ἄστρο ὅταν τὴν κοιτάξω


Καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὴν κατεβάσω στὸ γιαλὸ


καὶ νὰ τὴν κάμω πλοῖο



Ὢ περιστέρι τῆς ψυχῆς πήγαινε στὸ καλὸ


Πήγαινε τώρα μὲ τὸ μελτέμι
Καὶ φίλησέ μου ὅσα μαργαριτάρια συναντήσεις
Ἂν δὲν μὲ βλέπεις μὴ φοβᾶσαι θὰ γιορτάζω μαζί σου


Στὸ ταξίδι μας θὰ σηκώσουμε τὰ νερὰ τῆς θάλασσας


Νὰ εὐλογήσουν ὅ,τι ἀγαπήσαμε καὶ ὅ,τι δὲν ξεχνᾶμε πιὰ



Σὲ περιβόλι ἄραξε τὸ περιστέρι


Σὲ περιβόλι ἄραξε ἡ ψυχή μου
Λοιπὸν θυμᾶμαι τώρα τὸ καλοκαῖρι τῆς ζωῆς μου


Σὰν νὰ ἤσουνα ἐσὺ ἡ μόνη ἄνοιξη τῆς γῆς


Σὲ ἀντικρίζω ὢ ἡμέρα τῆς γέννησής μου.



[…]Ὅποιος φέρνει τὴ θάλασσα στὴν ἀγκαλιά του


Εἶναι σὰ νὰ μὴν ὑποφέρει ἀπὸ βάρος
Εἶναι σὰ νὰ μὴ ντρέπεται ποὺ πηγαίνει μὲ τὸν ἀγέρα
Εἶναι σὰ νὰ κρατάει ὁλάκερη τὴ γῆ μέσα στὸ βλέμμα
Νὰ τραγουδάει μέσα στὴ νύχτα
Καὶ νὰ τοῦ γίνεται ἡ νύχτα μητέρα
Νὰ τραγουδάει μέσα στὸν ἥλιο
Καὶ ν᾿ ἀγαπάει μία γυναῖκα
Ποὺ τὴ νομίζει βρέφος


Νὰ τραγουδάει μέσα στὸν ἄνεμο


Κι ἔτσι νὰ χάνει καὶ νὰ κερδίζει τὴ φωνή του

Γιώργος Σαραντάρης (απο Τρία ποιήματα της θάλασσας)


Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Μια Νύχτα

Η κάμαρα ήταν πτωχική και πρόστυχη,
κρυμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Aπ’ το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Aπό κάτω
ήρχονταν η φωνές κάτι εργατών
που έπαιζαν χαρτιά και που γλεντούσαν.

Κ’ εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεββάτι
είχα το σώμα του έρωτος, είχα τα χείλη
τα ηδονικά και ρόδινα της μέθης —
τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης, που και τώρα
που γράφω, έπειτ’ από τόσα χρόνια!,
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.

Κωνσταντίνος Καβάφης (Μια Νύχτα)

Τo τραγούδι του ιντερμέτζο

Αν με ρωτούσε κανείς τι είναι ποίημα,
για μερικά δευτερόλεπτα θα σάστιζα.
Αν και το γνωρίζω τόσο καλά!
Διάβαζα ξανά και ξανά τους νεκρούς ποιητές
και κατά καιρούς φώτιζαν οι στίχοι τους τον δρόμο μου
σαν φλόγα μες στο σκοτάδι.

Η ζωή δεν περπατά στις μύτες των ποδιών της

μερικές φορές μας ταρακουνά και τα χτυπάει με βρόντο.
                                                             Συχνά αναζητούσα στα τυφλά τον Ερωτα
όπως κάποιος που έχει χάσει το φως του
και στα κλαδιά της μηλιάς 
ψαχουλεύει το σχήμα των καρπών που λαχταρούν οι παλάμες του.

Και γνωρίζω στίχους

δυνατούς σαν το ξόρκι της Κόλασης,
που θα γκρεμίσουν τις πύλες του Παραδείσου.
Τους ψιθύρισα σε ξαφνιασμένα μάτια.
Πώς να μην σηκώσουν τα αδύναμα χέρια 
που με φόβο κλείνουν μια αγκαλιά γεμάτη έρωτα!

Αν κάποιος ρωτούσε τη γυναίκα μου
τι είναι ο Ερωτας, θα έβαζε μάλλον τα κλάματα.
Jaroslav Seifert (Τo τραγούδι του ιντερμέτζο)

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Καθρεύτης

Είμαι ασημένιος και σωστός. Χωρίς προκαταλήψεις.
Ό,τι κι αν δω το καταπίνω αμέσως
Έτσι όπως είναι, αθάμπωτο από αγάπη ή απέχθεια.
Δεν είμαι σκληρός, μονάχα ειλικρινής-
Το μάτι ενός μικρού θεού, τετρα-γωνιασμένο.
Τον πιο πολύ καιρό στοχάζομαι στον τοίχο απέναντι.
Είναι ρόδινος, με πιτσιλιές. Τον έχω δει τόσο πολύ
Που λέω ότι είναι μέρος της καρδιάς μου. Μα τρεμολάμπει.
Πρόσωπα και σκοτάδι μας χωρίζουν πάλι και πάλι.


                                                               Μια λίμνη είμαι τώρα. 
Μια γυναίκα σκύβει πάνω μου,
Ψάχνοντας στις εκτάσεις μου αυτό που πράγματι είναι.
Στρέφει μετά σ' αυτούς τους ψεύτες, το φεγγάρι ή τα κεριά.
Βλέπω τη ράχη της, και πιστά την καθρεφτίζω.
Με δάκρυα μ' ανταμείβει κι ένα τρέμουλο χεριών.
Είμαι γι' αυτήν σημαντική. Έρχεται και φεύγει.
Κάθε πρωί παίρνει η μορφή της του σκοταδιού τη θέση.
Μέσα μου έχει πνίξει αυτή ένα κορίτσι, και μέσα μου μια γριά
Μέρα με τη μέρα ορθώνεται εμπρός της, σαν ψάρι τρομερό.
Sylvia Plath (Καθρεύτης)

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Αναστολή

Ὅ,τι ὀνειρεύτηκα τόσα καὶ τόσα βράδια,
ὅ,τι πεθύμησα μὲ τόση ἀλλοφροσύνη,
ὅ,τι σχεδίασα μὲ τόσο πυρετό,
μόλις σὲ δῶ, γλυκιά μου ἐξουθένωση,
στὰ μάτια καὶ τὰ χείλη τὸ ἀναστέλλω,
γιὰ μία στιγμὴ πιὸ ἀπελπισμένη τὸ ἀναβάλλω,
γιατί μονάχα ὅταν τὰ χέρια μου σὲ χάνουν,
ἡ πονεμένη φαντασία μου σὲ κερδίζει.

Ντίνος Χριστιανόπουλος (Αναστολή)